"..μας έχουν δημιουργήσει το «κόμπλεξ» πως δε μας αξίζει να περνάμε πια καλά, γιατί έχουμε μεγάλα ελλείμματα, γιατί δεν παράγουμε τίποτα, γιατί μας βρίζουν οι Γερμανοί…
και περισσότερο γιατί «ζητιανεύουμε» για να σωθούμε απ’ τη χρεοκοπία..."
Τελικά αυτή η οικονομική κρίση κάνει φτωχότερες όχι μόνο τις τσέπες μας, αλλά και τις ζωές μας.
Και δεν είναι μόνο η ύφεση, τα λουκέτα και η ανέχεια… Είναι και η ανασφάλεια για το μέλλον κι ο τρόμος πως η κρίση ήρθε για να μείνει. Και περισσότερο από όλα είναι αυτή η ενοχή που νιώθουμε, ότι τελικά η όση καλοπέραση είχαμε τόσα χρόνια, απλά δε μας άξιζε.
Μας...έχουν δημιουργήσει το «κόμπλεξ» πως δε μας αξίζει να περνάμε καλά, γιατί έχουμε μεγάλα ελλείμματα, γιατί δεν παράγουμε τίποτα, γιατί μας βρίζουν οι Γερμανοί… και περισσότερο γιατί «ζητιανεύουμε» για να σωθούμε απ’ τη χρεοκοπία!
Κάθε μέρα η ζωή σου γίνεται πιο φτωχή και πράγματα που απολαμβάνεις, σταδιακά τα μειώνεις ή τα κόβεις τελείως. Τα παραδείγματα είναι πολλά και τα βλέπεις κάθε μέρα μπροστά σου. Μειώνεις τα δρομολόγια με το αυτοκίνητο, για να μην κάψεις βενζίνη. Αποφεύγεις και το ταξί, γιατί είναι ακόμα χειρότερο. Η ταρίφα του «ταρίφα» έχει ξεφύγει σε απαγορευτικά επίπεδα για την τσέπη σου. Περιμένεις το λεωφορείο με τις ώρες και δεν έρχεται, γιατί σήμερα κάνουν απεργία όλα τα μέσα συγκοινωνίας, λόγω των περικοπών που ετοιμάζεται να κάνει η κυβέρνηση ελέω μνημονίου.
Πας με τα πόδια. Στο δρόμο βλέπεις τα μαγαζιά. Οι πωλητές κάθονται έξω και καπνίζουν. Είναι η απαγόρευση του τσιγάρου; Όχι. Είναι που δεν πατάει κανένας μέσα στα μαγαζιά. Οι καταστηματάρχες βλέπουν τον κόσμο να κάνει οφθαλμόλουτρο στις βιτρίνες. Αγωνιούν μήπως βρεθεί κανείς να μπει μέσα, αλλά κανείς δεν τους κάνει το χατίρι.
Οι γυναίκες κοιτάζουνε τσάντες, γόβες, κοσμήματα, αλλά δεν μπαίνουν να αγοράσουν. Οι νέοι άνθρωποι κάνουν μπανιστήρι αυτοκίνητα από τις βιτρίνες των εκθέσεων και από τις σελίδες των περιοδικών. Τα κοιτάζουν, αλλά δεν μπορούν να τα έχουν. Στις πόρτες των πολυκατοικιών βλέπεις παντού ενοικιαστήρια και πωλητήρια. Η ίδια ανακοίνωση εδώ και δυο χρόνια. Οι τιμές πέφτουν στα ενοίκια και στις πωλήσεις. Παρ’ όλ’ αυτά, η αγορά έχει βουλιάξει. Οι τράπεζες είναι διστακτικές να δανείσουν, γιατί δεν ξέρουν αν θα τα πάρουν πίσω, ο κόσμος είναι διστακτικός να δανειστεί, γιατί δεν ξέρει αν θα τα δώσει πίσω.
Στις καφετέριες τα φιλοδωρήματα έχουν μειωθεί. Ο κόσμος ξοδεύει λιγότερο. Τους δυο καφέδες θα τους κάνει έναν. Τα 3 ποτά θα τα μειώσεις κι αυτά. Τα σφηνάκια κομμένα. Τα κεράσματα περιορισμένα. Θα μειώσεις και το κάπνισμα. Θα πας λιγότερο σινεμά. Όσοι πηγαίνουν ακόμα, νομίζουν ότι ανήκουν σε μια πολύ μικρή, μυστήρια θρησκευτική ομάδα. 4-5 άτομα βλέπεις σε μια αίθουσα. Το πολύ. Και ούτε ποπ-κορν, ούτε αναψυκτικό. Το εισιτήριο έχει πάει στα 10 ευρώ και είναι ήδη πάρα πολύ, οπότε προσπαθείς να μειώσεις το κόστος όσο πάει.
Πιο οικονομικό είναι τελικά να περιμένεις να δεις το έργο στην τηλεόραση. Κυρίως επαναλήψεις εκεί. Φτωχότερα προγράμματα, πιο συντηρητικές επιλογές, πιο μασημένη τροφή. Μπορεί όλο και περισσότερο να βλέπουμε τηλεόραση, αφού ο κόσμος μένει όλο και πιο στο σπίτι, αλλά τα κανάλια θα προτιμούσανε να είχανε μικρότερη τηλεθέαση. Καλύτερα θα ήταν ο κόσμος να έβγαινε και να ξόδευε. Έτσι οι επιχειρήσεις θα είχανε χρήμα, για να το ρίξουν στη διαφήμιση. Και τα κανάλια θα είχαν λεφτά, να επενδύσουν σε προγράμματα.
Οι εργαζόμενοι, συχνά, ούτε τηλεόραση δεν προλαβαίνουν να δουν. Ο ελεύθερος χρόνος συμπιέζεται. Κάποιος κάνει δύο και τρεις δουλειές. Ψίχουλα παίρνει σε όλες. Τον κρατάνε περισσότερες ώρες, από αυτά που συμφώνησε. Καταπίνει προσβολές από άτομα, που έχουν μπερδέψει το ρόλο του «προϊστάμενου» με αυτόν του «επιστάτη σκλάβων». Δεν έχει άλλη επιλογή. Δεν βγαίνει οικονομικά. Και το επιχείρημα όλων αυτών, που του έχουν κάτσει στο σβέρκο, είναι αμείλικτο: «Έτσι και σε διώξουμε, πού θα πας; Εκεί έξω έχει μόνο ανεργία». Και κάθεται και τους ανέχεται. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, ή έτσι τον έχει κάνει ο φόβος της κρίσης να πιστεύει.
Οι φοιτητές αποφεύγουν πια την εσωτερική μετανάστευση. Δηλώνουν τη μόνη σχολή που είναι κοντά στο σπίτι τους, για να αποφεύγουν τα έξοδα. Πολλοί νέοι μένουν με τους γονείς τους, γιατί δεν έχουν τα λεφτά να ζήσουν μόνοι τους. Μένουν πολύ καιρό άνεργοι ή πληρώνονται με τιποτένιους μισθούς. Θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους, αλλά δεν υπάρχουν λεφτά για να φύγουν στο εξωτερικό. Άλλοι πάλι, που φεύγουν στο εξωτερικό, το κάνουν με τη λογική ότι θα σπουδάσουν κάτι εκεί έξω, που θα τους δώσει τη δυνατότητα να μείνουνε έξω. Γιατί εδώ στην Ελλάδα, δεν υπάρχει καμία προοπτική. Και εκεί που στέλναμε ανειδίκευτους εργάτες το 50, τώρα- υποτίθεται- θα στέλνουμε σούπερ εξειδικευμένο προσωπικό.
Οι γονείς τρομάζουν πια να τα φέρουν βόλτα. Τα φροντιστήρια των παιδιών, για μια παιδεία που παράγει άνεργους πτυχιούχους. Η μόρφωση έχει γίνει ένα δυσβάστακτο φετίχ.
Το βάρος της ύφεσης πέφτει και στις πλάτες των συνταξιούχων, που δυσκολεύονται να τα φέρνουν βόλτα με τα φάρμακα και τα έξοδα νοσηλείας. Το σύστημα υγείας νοσεί και τα ασφαλιστικά ταμεία το ίδιο και το άγχος βαραίνει κυρίως τον άρρωστο άνθρωπο. Θα φτάσουμε να κάνουμε περικοπές στα φάρμακα, στις εξετάσεις… μήπως και στις ίδιες τις ζωές;
Για να βγούμε από τη μαύρη τρύπα της χρεοκοπίας, κάθε μέρα πρέπει όλοι μας να ξοδεύουμε όλο και κάτι λιγότερο, θυσιάζοντας πράγματα που θεωρούσαμε μέχρι πρότινος αυτονόητα. Το μέλλον είναι σίγουρα δύσκολο. Η οικονομία μας είναι χάλια. Κι ο τέως Πρόεδρος των Η.Π.Α. Bill Clinton είχε δηλώσει πως «όλα είναι οικονομία». Με αυτή τη λογική, όλα στην Ελλάδα είναι χάλια! Και δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα αυτή η θέση, αφού η οικονομία περνάει στις ζωές μας με άπειρους τρόπους.
Το κακό με τη χώρα μας, όμως, είναι, ότι η οικονομία περνάει στις ζωές μας, είτε με τρόπο τραγικό, όπως γίνεται αυτή την περίοδο, είτε με τρόπο χαζοχαρούμενο, γιατί, όποτε υπάρχουν λεφτά, σπαταλιούνται ηλίθια, αντιπαραγωγικά και χωρίς προοπτική. Για να σοβαρευτούμε σε αυτή τη χώρα, πρέπει πρώτα να υποφέρουμε. Και αυτό είναι που μας συμβαίνει τελικά σήμερα. Αν και δεν είμαι σίγουρος, ότι ακόμα έχουν όλοι σοβαρευτεί, όσο χρειάζεται.
Κάθε μέρα η ζωή σου γίνεται πιο φτωχή και πράγματα που απολαμβάνεις, σταδιακά τα μειώνεις ή τα κόβεις τελείως. Τα παραδείγματα είναι πολλά και τα βλέπεις κάθε μέρα μπροστά σου. Μειώνεις τα δρομολόγια με το αυτοκίνητο, για να μην κάψεις βενζίνη. Αποφεύγεις και το ταξί, γιατί είναι ακόμα χειρότερο. Η ταρίφα του «ταρίφα» έχει ξεφύγει σε απαγορευτικά επίπεδα για την τσέπη σου. Περιμένεις το λεωφορείο με τις ώρες και δεν έρχεται, γιατί σήμερα κάνουν απεργία όλα τα μέσα συγκοινωνίας, λόγω των περικοπών που ετοιμάζεται να κάνει η κυβέρνηση ελέω μνημονίου.
Πας με τα πόδια. Στο δρόμο βλέπεις τα μαγαζιά. Οι πωλητές κάθονται έξω και καπνίζουν. Είναι η απαγόρευση του τσιγάρου; Όχι. Είναι που δεν πατάει κανένας μέσα στα μαγαζιά. Οι καταστηματάρχες βλέπουν τον κόσμο να κάνει οφθαλμόλουτρο στις βιτρίνες. Αγωνιούν μήπως βρεθεί κανείς να μπει μέσα, αλλά κανείς δεν τους κάνει το χατίρι.
Οι γυναίκες κοιτάζουνε τσάντες, γόβες, κοσμήματα, αλλά δεν μπαίνουν να αγοράσουν. Οι νέοι άνθρωποι κάνουν μπανιστήρι αυτοκίνητα από τις βιτρίνες των εκθέσεων και από τις σελίδες των περιοδικών. Τα κοιτάζουν, αλλά δεν μπορούν να τα έχουν. Στις πόρτες των πολυκατοικιών βλέπεις παντού ενοικιαστήρια και πωλητήρια. Η ίδια ανακοίνωση εδώ και δυο χρόνια. Οι τιμές πέφτουν στα ενοίκια και στις πωλήσεις. Παρ’ όλ’ αυτά, η αγορά έχει βουλιάξει. Οι τράπεζες είναι διστακτικές να δανείσουν, γιατί δεν ξέρουν αν θα τα πάρουν πίσω, ο κόσμος είναι διστακτικός να δανειστεί, γιατί δεν ξέρει αν θα τα δώσει πίσω.
Στις καφετέριες τα φιλοδωρήματα έχουν μειωθεί. Ο κόσμος ξοδεύει λιγότερο. Τους δυο καφέδες θα τους κάνει έναν. Τα 3 ποτά θα τα μειώσεις κι αυτά. Τα σφηνάκια κομμένα. Τα κεράσματα περιορισμένα. Θα μειώσεις και το κάπνισμα. Θα πας λιγότερο σινεμά. Όσοι πηγαίνουν ακόμα, νομίζουν ότι ανήκουν σε μια πολύ μικρή, μυστήρια θρησκευτική ομάδα. 4-5 άτομα βλέπεις σε μια αίθουσα. Το πολύ. Και ούτε ποπ-κορν, ούτε αναψυκτικό. Το εισιτήριο έχει πάει στα 10 ευρώ και είναι ήδη πάρα πολύ, οπότε προσπαθείς να μειώσεις το κόστος όσο πάει.
Πιο οικονομικό είναι τελικά να περιμένεις να δεις το έργο στην τηλεόραση. Κυρίως επαναλήψεις εκεί. Φτωχότερα προγράμματα, πιο συντηρητικές επιλογές, πιο μασημένη τροφή. Μπορεί όλο και περισσότερο να βλέπουμε τηλεόραση, αφού ο κόσμος μένει όλο και πιο στο σπίτι, αλλά τα κανάλια θα προτιμούσανε να είχανε μικρότερη τηλεθέαση. Καλύτερα θα ήταν ο κόσμος να έβγαινε και να ξόδευε. Έτσι οι επιχειρήσεις θα είχανε χρήμα, για να το ρίξουν στη διαφήμιση. Και τα κανάλια θα είχαν λεφτά, να επενδύσουν σε προγράμματα.
Οι εργαζόμενοι, συχνά, ούτε τηλεόραση δεν προλαβαίνουν να δουν. Ο ελεύθερος χρόνος συμπιέζεται. Κάποιος κάνει δύο και τρεις δουλειές. Ψίχουλα παίρνει σε όλες. Τον κρατάνε περισσότερες ώρες, από αυτά που συμφώνησε. Καταπίνει προσβολές από άτομα, που έχουν μπερδέψει το ρόλο του «προϊστάμενου» με αυτόν του «επιστάτη σκλάβων». Δεν έχει άλλη επιλογή. Δεν βγαίνει οικονομικά. Και το επιχείρημα όλων αυτών, που του έχουν κάτσει στο σβέρκο, είναι αμείλικτο: «Έτσι και σε διώξουμε, πού θα πας; Εκεί έξω έχει μόνο ανεργία». Και κάθεται και τους ανέχεται. Δεν μπορεί να κάνει αλλιώς, ή έτσι τον έχει κάνει ο φόβος της κρίσης να πιστεύει.
Οι φοιτητές αποφεύγουν πια την εσωτερική μετανάστευση. Δηλώνουν τη μόνη σχολή που είναι κοντά στο σπίτι τους, για να αποφεύγουν τα έξοδα. Πολλοί νέοι μένουν με τους γονείς τους, γιατί δεν έχουν τα λεφτά να ζήσουν μόνοι τους. Μένουν πολύ καιρό άνεργοι ή πληρώνονται με τιποτένιους μισθούς. Θέλουν να συνεχίσουν τις σπουδές τους, αλλά δεν υπάρχουν λεφτά για να φύγουν στο εξωτερικό. Άλλοι πάλι, που φεύγουν στο εξωτερικό, το κάνουν με τη λογική ότι θα σπουδάσουν κάτι εκεί έξω, που θα τους δώσει τη δυνατότητα να μείνουνε έξω. Γιατί εδώ στην Ελλάδα, δεν υπάρχει καμία προοπτική. Και εκεί που στέλναμε ανειδίκευτους εργάτες το 50, τώρα- υποτίθεται- θα στέλνουμε σούπερ εξειδικευμένο προσωπικό.
Οι γονείς τρομάζουν πια να τα φέρουν βόλτα. Τα φροντιστήρια των παιδιών, για μια παιδεία που παράγει άνεργους πτυχιούχους. Η μόρφωση έχει γίνει ένα δυσβάστακτο φετίχ.
Το βάρος της ύφεσης πέφτει και στις πλάτες των συνταξιούχων, που δυσκολεύονται να τα φέρνουν βόλτα με τα φάρμακα και τα έξοδα νοσηλείας. Το σύστημα υγείας νοσεί και τα ασφαλιστικά ταμεία το ίδιο και το άγχος βαραίνει κυρίως τον άρρωστο άνθρωπο. Θα φτάσουμε να κάνουμε περικοπές στα φάρμακα, στις εξετάσεις… μήπως και στις ίδιες τις ζωές;
Για να βγούμε από τη μαύρη τρύπα της χρεοκοπίας, κάθε μέρα πρέπει όλοι μας να ξοδεύουμε όλο και κάτι λιγότερο, θυσιάζοντας πράγματα που θεωρούσαμε μέχρι πρότινος αυτονόητα. Το μέλλον είναι σίγουρα δύσκολο. Η οικονομία μας είναι χάλια. Κι ο τέως Πρόεδρος των Η.Π.Α. Bill Clinton είχε δηλώσει πως «όλα είναι οικονομία». Με αυτή τη λογική, όλα στην Ελλάδα είναι χάλια! Και δεν είναι μακριά από την πραγματικότητα αυτή η θέση, αφού η οικονομία περνάει στις ζωές μας με άπειρους τρόπους.
Το κακό με τη χώρα μας, όμως, είναι, ότι η οικονομία περνάει στις ζωές μας, είτε με τρόπο τραγικό, όπως γίνεται αυτή την περίοδο, είτε με τρόπο χαζοχαρούμενο, γιατί, όποτε υπάρχουν λεφτά, σπαταλιούνται ηλίθια, αντιπαραγωγικά και χωρίς προοπτική. Για να σοβαρευτούμε σε αυτή τη χώρα, πρέπει πρώτα να υποφέρουμε. Και αυτό είναι που μας συμβαίνει τελικά σήμερα. Αν και δεν είμαι σίγουρος, ότι ακόμα έχουν όλοι σοβαρευτεί, όσο χρειάζεται.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου