Το κεράκι που άναψε ο Γιώργος Παπανδρέου στον Άγιο Νεκτάριο έσβησε. Η κυβέρνησή του δεν απολαμβάνει της εμπιστοσύνης των πολιτών. Όπως και να το μετρήσει κανείς, η κυβέρνηση δεν χαίρει πολιτικής νομιμοποίησης. Είναι μια νόμιμη κυβέρνηση που όμως, μέσω πρωτόγνωρων πολιτικών εκβιασμών, φρόντισε να απολέσει έμπρακτα την νομιμοποίησή της στο εκλογικό σώμα.
Ο κ. Παπανδρέου ζήτησε να εκδηλωθεί με σαφήνεια η υποστήριξη του λαού στις κυβερνητικές επιλογές, μέσω των περιφερειακών εκλογών, θέτοντας μάλιστα αυτοβούλως, σε αντίθετη περίπτωση, ζήτημα βουλευτικών εκλογών. Ο λαός εκδήλωσε την βούληση του και σύμφωνα με το δίλημμα που έθεσε ο πρωθυπουργός, δεν υποστήριξε, όχι απλώς τις επιλογές της κυβέρνησης, αλλά αμφισβήτησε την νομιμοποίησή της στην εξουσία....
Την κυβέρνηση αυτή την στιγμή, σύμφωνα με το άτυπο δημοψήφισμα που η ίδια επέλεξε για να μετρήσει την λαϊκή υποστήριξη προς την ύπαρξή της και όχι αποκλειστικά ως προς την στάση της στο μνημόνιο, την νομιμοποιεί η μειοψηφία των Ελλήνων, όπως και να το προσεγγίσει κανείς. Είτε στο στενό πλαίσιο του κοινοβουλευτικού συστήματος, είτε ασφαλώς ευρύτερα σε εκείνο του εκλογικού σώματος στο σύνολό του. Με περίπου 1.200.000 υποστηρικτές η σημερινή κυβέρνηση εμφανίζεται ανίσχυρη πολιτικά για να ασκήσει την από το Σύνταγμα προδιαγεγραμμένη εξουσία της. Αυτό δεν σημαίνει ότι έχει απολέσει τη νομιμότητά (της), αλλά ότι δεν θα έχουν νομιμοποιημένη πολιτικά βάση οι αποφάσεις της από δω κι εμπρός. Η ίδια το γνωρίζει, γιʼ αυτό και ο εκπρόσωπός της αντί να πάρει θέση στο δίλημμα του πρωθυπουργού, δηλώνει: «Οι πολίτες με ψήφο ευθύνης και ωριμότητας επέλεξαν τη σταθερότητα και την πορεία σωτηρίας της χώρας, απορρίπτοντας την ανευθυνότητα και την ανέξοδη ρητορεία.»
Αυτό ακριβώς έπραξαν οι πολίτες, υποχρεώνοντας την κυβέρνηση, αν επιθυμεί την σταθερότητα, να διαλύσει αμέσως την βουλή, ώστε να προκηρυχθούν εκλογές. Κυβέρνηση δίχως πολιτική νομιμοποίηση είναι κυβέρνηση δίχως αύριο. Και μια και καταλήξαμε την προηγούμενη περίοδο στο ότι, ο,τι είναι νόμιμο δεν είναι οπωσδήποτε και ηθικό, η κυβέρνηση δεν έχει πλέον ηθικό ανάστημα, όχι μόνον για να εφαρμόσει το πρόγραμμα της τρόικας, αλλά ούτε καν να αναλάβει οποιεσδήποτε πρωτοβουλίες πολιτικού χαρακτήρα δίχως ανανεωμένη λαϊκή εντολή. Πράγματι οι πολίτες είτε με την ψήφο τους, είτε απέχοντας από την εκλογική διαδικασία, απέρριψαν την ανευθυνότητα της κυβέρνησης και του ίδιου του πρωθυπουργού, καθώς και την ανέξοδη ρητορεία τόσο αυτών, όσο και των κομματικών αντιπάλων τους.
H «σταθερότητα» δεν είναι υπόθεση του εκλογικού σώματος, όπως με απίστευτη χυδαιότητα εμφανίζονται να δηλώνουν οι κυβερνητικοί αξιωματούχοι. Η «σταθερότητα» είναι αποκλειστική ευθύνη της βουλής, στο πλαίσιο της Ελληνικής Δημοκρατίας και ιδιαίτερα της κοινοβουλευτικής πλειοψηφίας που αναδεικνύει και στηρίζει την κυβέρνηση. Αυτό προνοεί ο Καταστατικός Χάρτης της χώρας και στην βάση αυτού συγκεκριμενοποιούνται οι επί μέρους διατάξεις του Συντάγματος. Όταν ο πρωθυπουργός και τα μέλη της κυβέρνησης δείχνουν να αγνοούν την φύση του Συντάγματος και να παραγνωρίζουν την διάσταση της πολιτικής νομιμοποίησης, την οποία μάλιστα οι ίδιοι προκαλούν, τότε θα πρέπει κανείς να ανησυχεί διότι η κυβέρνηση μοιάζει να μην επιθυμεί την σταθερότητα. Η οδός του ΔΝΤ που επέλεξε η κυβέρνηση στηριζόμενη στο καθεστώς, αναμφισβήτητα αποσταθεροποίησε την οικονομία και απορρύθμισε τις κοινωνικές σχέσεις. Η επιλογή του πρωθυπουργού να καταστήσει δημοψήφισμα τις περιφερειακές εκλογές σε συνδυασμό με το αποτέλεσμά τους, αποσταθεροποιεί την ίδια την κυβέρνηση. Εάν ο κ. Παπανδρέου δεν προκηρύξει αύριο εκλογές, εύλογα θα αναρωτηθεί κανείς πού το πάει αυτός ο άνθρωπος και εξίσου εύλογα θα μπορούσε να υποθέσει ότι έχει κάποιο σχέδιο υπόψη του που σε κάθε περίπτωση θα παρακάμπτει την δημοκρατικά εκφρασμένη λαϊκή βούληση.
Οι κινήσεις συνολικά του Γιώργου Παπανδρέου δείχνουν ότι εάν δεν αποτελούν κοινό τυχοδιωκτισμό, είναι επιμελώς μελετημένες ώστε να οδηγήσουν στη νομιμοποίηση ενός κράτους έκτακτης ανάγκης το αμέσως επόμενο διάστημα, με ότι αυτό συνεπάγεται για την δημοκρατία και τα φιλελεύθερα δικαιώματα στην χώρα μας.
Η ουσιαστική μείωση της δύναμης του δικομματισμού και η ισχνή υποστήριξη προς τον πρωθυπουργό στα ζητήματα οικονομίας, σε συνδυασμό με τη νέα πολιτική δυναμική που προκαλεί η αποχή, προδίδουν την γενικότερη αστάθεια που θα επικρατήσει στην χώρα από αύριο κιόλας, εάν ο πρωθυπουργός δεν αναλάβει την πρωτοβουλία να οδηγήσει την χώρα σε εκλογές, ώστε να ξεκαθαρίσει με την ψήφο του λαού το τοπίο και να διαμορφωθεί μία νέα βάση νομιμοποίησης του κοινοβουλευτικού συστήματος. Αυτό θα ήταν η μόνη δημοκρατική διέξοδος στην πολιτική κρίση που προκαλείται ως συνέχεια της οικονομικής κρίσης και της κοινωνικής αποδιοργάνωσης. Παράλληλα οι γενικές εκλογές θα δείξουν αν το ονομαζόμενο από κάποιους «κίνημα της αποχής» μπορεί να εκφραστεί πολιτικά και να δώσει μία νέα κυβέρνηση στον τόπο, με νέες αρχές και ικανότητα να αντιμετωπίσει τις σύγχρονες προκλήσεις για την ελληνική κοινωνία και την χώρα.
Σήμερα όλα είναι ρευστά, την στιγμή κατά την οποία μια νέα ηγεσία είναι το ζητούμενο και το μόνο βέβαιο είναι ότι όσο καθυστερεί η ημέρα προκήρυξης των εκλογών, τόσο θα βαθαίνει η κρίση σε όλα τα επίπεδα. Αυτήν την στιγμή οποιαδήποτε λύση στο επίπεδο της οικονομίας δεν μπορεί να εφαρμοστεί, δίχως την επανάκτηση της πολιτικής νομιμοποίησης της κυβέρνησης. Και αυτό ασφαλώς δεν αφορά στην παρούσα κυβέρνηση, ούτε σε κάποια άλλη που θα προέκυπτε από ενδεχόμενο ανασχηματισμό, αλλά σʼ εκείνη που θα χαίρει φρέσκιας λαϊκής εντολής. Εδώ καταλήγει αναπόδραστα η στρατηγική των διλημμάτων που επέλεξε ο Γιώργος Παπανδρέου.
Article Author: Δημήτρης Γιαννακόπουλος, διδάκτωρ Πολιτικής Επιστήμης, ειδικός σε θέματα πολιτικής και διακυβέρνησης στην Ευρασία
stopcartel.
0 comments:
Δημοσίευση σχολίου