Δευτέρα 4 Οκτωβρίου 2010

Η Ιταλία γίνεται η πιο δεξιά χώρα της Ε.Ε.



The Guardian
Η εκλογή του ακροδεξιού Τζιάνι Αλεμάνο στη δημαρχία της Ρώμης μπορεί να σηματοδότησε τη μετάβαση της «αιώνιας πόλης» στη Δεξιά, ύστερα από πολλά χρόνια, δεν αποτέλεσε όμως, μοναδικό φαινόμενο στα σύγχρονα πολιτικά πράγματα, όπως δείχνει και η κατάσταση στην Τσιταντέλα. Εκεί, ένας ηλικιωμένος άνδρας με τον εγγονό του τάιζαν τις πάπιες στις όχθες του ποταμού. Γκριζομάλλες γυναίκες διασχίζουν, πάνω στα ποδήλατά τους, το γεφύρι και εισέρχονται στην Τσιταντέλα, μια τέλεια διατηρημένη μεσαιωνική πόλη.
Είναι η μέρα της λαϊκής αγοράς σε τούτη την πόλη - κόσμημα της κοιλάδας του Πάδου. Φίλοι και συγγενείς κουτσομπολεύουν δίπλα στους πάγκους που έχουν στηθεί στο στενό σοκάκι το οποίο οδηγεί στην κεντρική πλατεία όπου διαδραματίζεται μία άκρως ανησυχητική σκηνή. Ο Τζουζέπε Παν, ο τοπικός γραμματέας της Λίγκας του Βορρά, μοιράζει φυλλάδια στις γυναίκες που περνούν. «Η τοπική οργάνωση της Λίγκας του Βορρά προσφέρει σε όλες τις γυναίκες μαθήματα αυτοάμυνας», γράφουν με μεγάλα γράμματα. Υπάρχει, άραγε, σε αυτή τη γαλήνια πόλη εγκληματικότητα; «Οχι», παραδέχεται ο Παν. «Υπάρχει, όμως, στις μεγαλύτερες πόλεις» λέει συνοφρυώνοντας το πρόσωπό του σαν να ήταν η γειτονική Πάδοβα και η Βιτσέντσα ένα είδος μεσογειακής Μπογκοτά. Φόβοι για την τάξη και την ασφάλεια, ανάμεικτοι με την ξενοφοβία, αποτελούν πρόσφορο έδαφος για τη Λίγκα, που στρέφεται κατά των μεταναστών, προς άγραν ψήφων. Και αυτό ακριβώς μπορεί να έχει σημαντικές συνέπειες στην κυβέρνηση που προέκυψε από τις γενικές εκλογές στην Ιταλία.


Ο Σίλβιο Μπερλουσκόνι, του οποίου το κόμμα «Λαός της Ελευθερίας» επικράτησε στις εκλογές, αναζήτησε προεκλογικά να καθησυχάσει τους φόβους των μετριοπαθών ψηφοφόρων και να τους πείσει ότι δεν υπάρχει θέση στην κυβέρνησή του για τον αρχηγό της Λίγκας, Ουμπέρτο Μπόσι. Η κίνηση κρίθηκε απαραίτητη αφού ο Μπόσι διακήρυξε ότι η Λίγκα μπορεί να «πάρει τα όπλα» για να σταματήσει αυτό που ο ίδιος αποκάλεσε προσπάθεια της κεντροαριστεράς κυβέρνησης να χειραγωγήσει τις εκλογές. Ο Μάσιμο Μπιτόντσι, ο δήμαρχος της Τσιταντέλα είναι ο άνθρωπος του Μπόσι στην περιοχή. Tον περασμένο Νοέμβριο έγινε γνωστός σε όλη την Ιταλία ανακοινώνοντας ότι επιθυμούσε να περάσει από κόσκινο όποιον αλλοδαπό ζητούσε άδεια εγκατάστασης στην πόλη (ακόμα και αν επρόκειτο για πολίτη της Ε.Ε.), να εκδιώξει τους φτωχούς, άστεγους και άνεργους. Η ιταλική κυβέρνηση του διαμήνυσε ότι καταχράται των εξουσιών του, αλλά ο Μπιτόντσι επιμένει ότι απλά εφαρμόζει την υπάρχουσα νομοθεσία και η αλήθεια είναι ότι δεν έγινε καμιά προσπάθεια γιά να τον εμποδίσουν. Ο δήμαρχος της Τσιταντέλα λέει ότι δεν έχει φυλετικά κίνητρα αλλά οι πρωτοβουλίες του κατέστησαν διεθνώς γνωστό το Βένετο ως την ιταλική περιοχή με την λιγότερη ανεκτικότητα. Στην Πάδοβα οι τοπικές αρχές οικοδόμησαν τείχος γύρω από τη γειτονιά των μεταναστών -σήμερα δεν υπάρχει πια- υποστηρίζοντας ότι είχε μεταβληθεί σε φυτώριο πορνείας και εμπορίας ναρκωτικών.



Πρακτικές Ες Ες

Στο Αρντο, ο δήμαρχος επικήρυξε με 5.000 ευρώ κάθε λαθρομετανάστη, ενώ στο Τρεβίζο, ο δημοτικός σύμβουλος της Λίγκας δήλωσε προ καιρού ότι «με τους μετανάστες οφείλουμε να χρησιμοποιούμε το ίδιο σύστημα με αυτό των Ες Ες και να τιμωρούμε δέκα για οποιοδήποτε αδίκημα ένας τους διαπράξει εναντίον συμπολίτη μας». Ο δήμαρχος της πόλης, που ανήκει και αυτός στη Λίγκα, είχε δηλώσει στο παρελθόν ότι «πρέπει να ντύσουμε τους μετανάστες σαν λεπρούς και να τους κυνηγάμε με καραμπίνες». Παραδόξως, λέει ο Μάσιμο Καλεάρο, η ανησυχία γιά την άφιξη των μεταναστών είναι πολύ εντονότερη στις μικρές πόλεις του Βένετο παρά στα μεγάλα αστικά κέντρα όπου η εγκληματικότητα είναι αυξημένη. Ο Καλεάρο προτού αποφασίσει να βάλει υποψηφιότητα με το νέο κεντροαριστερό κίνημα της Ιταλίας, το Δημοκρατικό Κόμμα, ήταν πρόεδρος της ομοσπονδίας εργοδοτών στη Βιτσέντσα. Η οικογενειακή του επιχείρηση, κατασκευής κεραιών, είναι μεσαίου μεγεθους όπως και οι περισσότερες στην περιοχή. Οι εξαγωγές της επαρχίας της Βιντσέντσα είναι περισσότερες από αυτές ολοκληρης της Ελλάδας και για αυτόν ακριβώς τον λόγο η περιοχή έδρασε σα μαγνήτης για τους μετανάστες. «Σήμερα ένα κράτος που επιθυμεί να αναπτυχθεί οικονομικά δεν μπορεί να μην χρησιμοποιήσει μετανάστες», υποστηρίζει ο Καλεάρο. Σύμφωνα με πρόσφατα στοιχεία οι νόμιμοι μετανάστες αντιπροσωπεύουν περίπου το 8% του συνολικού πληθυσμού του Βένετο, που ανέρχεται σε πέντε εκατομμύρια. Περισσότεροι είναι οι Ρουμάνοι και ακολουθούν Μαροκινοί και Αλβανοί. «Ωστόσο, η αναλογία των μεταναστών στο εργατικό δυναμικό του τόπου είναι πολύ μεγαλύτερη και κυμαίνεται στο 12 έως 13%», λέει ο Μπρούνο Αναστάσια, διευθυντής κέντρου εργατικών ερευνών που δημιουργήθηκε από τις τοπικές αρχές. Σύμφωνα με έρευνα της φιλανθρωπικής οργάνωσης Caritas, η οποία ανήκει στη Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, οι μετανάστες έχουν αφομοιωθεί στις τοπικές κοινωνίες της επαρχίας του Τρεβίζο στο Βένετο. Ωστόσο, η εκστρατεία της Λίγκας που στηρίζεται στο μοτίβο «τάξη και ασφάλεια» και στρέφεται κατά της μετανάστευσης προσπάθησε -και πέτυχε σε μεγάλο βαθμό- να συγκινήσει τον υπόλοιπο πληθυσμό.


kathimerini.gr

0 comments:

Δημοσίευση σχολίου